Το χωριό μας δεν είναι μόνο ονομαστικά ιστορικό. Μεταξύ των άλλων ιστορικών αναφορών σπουδαίας αξίας είναι κι εκείνες που κάνει (δύο φορές) ο γενναίος και μέγας φιλόπατρις Στρατηγός Μακρυγιάννης, στο σπουδαίο έργο του «Απομνημονεύματα». Περιγράφοντας τον εμφύλιο σπαραγμό που είχε ξεσπάσει, μεσούντος του Μεγάλου Απελευθερωτικού Αγώνα κατά των Τούρκων, αναφέρεται και στο Μέρμπακα:
«Εκείνοι ήταν πολλοί· και σκοτωθήκανε κι' από τα δυο μέρη. Τότε έβαλα ένα πάτερον 'σ την κούλια και κολλήσαμε απάνου, ότι δεν είχε πάτωμα· και κολλώντας απάνου τους βαρούγαμε εις το κρέας· κι' άφησαν το χωριόν· ότ' ήθελαν να το βαστούνε, να 'χουν την είσοδον από το Κούτζι εις τ' Ανάπλι να μπάζουνε ζωοτροφές των δικώνε τους. Σαν τους χτυπήσαμε, άφησαν το χωριόν την Νταλαμανάρα εις την εξουσίαν μας κι' αυτείνοι όλοι πήγαν εις το Μέρμπακα και 'σ εκείνα τα χωριά ολόγυρα. Πήγα κ' εγώ πλησίον τους κ' έπιασα το Λάλουκα. Κινήθηκαν τότε αυτείνοι με τον ζαϊρέ να μπούνε εις τ' Ανάπλι. Πήγε ο Χατζηχρήστος αναντίον τους, τον μπλοκάραν. Σηκώθηκα εγώ να πάγω μιντάτι του Χατζηχρήστου· εις τον δρόμον οπού 'ναι το χωριόν του Χατζηχρήστου, το Μπολάτι, το 'χε πιασμένο ο φίλος μου ο Νικήτας να μας βαρέση. Τους ριχτήκαμε απάνου τους και τους τζακίσαμε και τους πήγαμε κυνηγώντας ως κοντά-εις το Μέρμπακα· κοντέψαμε να φάμε το βράδυ ψωμί με τον αδελφόν μου Νικήτα· από τρίχα γλύτωσε. Σκοτώθηκαν κι' από 'κείνους κι' από τους δικούς-μου και πληγώθηκαν καμπόσοι. Χάλασε και τους άλλους ο Χατζηχρήστος και δεν έμπασαν ζαϊρέ 'σ τ' Ανάπλι. Πήρα τους σκοτωμένους και τους έθαψα· και τους λαβωμένους τους ήφερα εδώ και τους έβαλα εις τον γιατρόν».